# ΚΟΜΜΑΤΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΘΕΣΜΟΙ

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΚΟΜΜΑΤΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΣΤΟ ΠΕΔΙΟ ΤΩΝ ΘΕΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΞΙΩΝ
___________________________________________________


Θεωρώ πολύ επίκαιρη και εύστοχη εισαγωγή στο κεφάλαιο αυτό, την παράθεση του παρακάτω κειμένου, ως αντιστοίχηση του πνεύματος που αυτό περιέχει, με το πνεύμα της κομματοκρατίας που αποτελεί «κρατούσα άποψη» και πρακτική του καθεστώτος πολιτικού συστήματος, όπως αυτή αποκαλύπτεται αναλυτικά στο εγχειρίδιο αυτό.


Ιωάννης Καποδίστριας πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδος,
προς την Δ' Εθνοσυνέλευση
____________________________________________

«...Ελπίζω ότι όσοι εξ' υμών συμμετάσχουν εις την Κυβέρνησιν θέλουν γνωρίσει μεθ' εμού ότι εις τας παρούσας περιπτώσεις, όσοι ευρίσκονται εις δημόσια υπουργήματα δεν είναι δυνατόν να λαμβάνουν μισθούς αναλόγως με τον βαθμό του υψηλού υπουργήματός των και με τας εκδουλεύσεις των, αλλ' ότι οι μισθοί ούτοι πρέπει να αναλογούν ακριβώς με τα χρηματικά μέσα, τα οποία έχει η Κυβέρνησις εις την εξουσίαν της...»
«...εφ' όσον τα ιδιαίτερα εισοδήματά μου αρκούν διά να ζήσω, αρνούμαι να εγγίσω μέχρι και του οβολού τα δημόσια χρήματα, ενώ ευρισκόμεθα εις το μέσον ερειπίων και ανθρώπων βυθισμένων εις εσχάτην πενίαν».
_____________________________

Τα σχόλια περιττεύουν ….






Στο κεφάλαιο αυτό, που επιχειρείται η τεκμηρίωση της πλήρους κατάληψης της πρακτικής του «πολιτεύεσθαι» από το πνεύμα της κομματοκρατίας, καταγράφονται:
Ι. Οι πρακτικές που χρησιμοποιεί η κομματοκρατία κατά την εφαρμογή της και οι κοινωνικές διεργασίες που συντελούνται κατά την ανάπτυξη αυτών των πρακτικών.

ΙΙ. Τα αποτελέσματα αυτών των πρακτικών και διεργασιών.

Δηλαδή, αποκαλύπτεται αναλυτικά, το πώς και το γιατί, με την καθιέρωση της κομματοκρατίας ως «κρατούσας αντίληψης» στην πολιτική πρακτική, δημιουργήθηκαν στην Ελληνική κοινωνία φαινόμενα σαν :
• Το θέριεμα της οικογενειοκρατίας και ημετεροκρατίας
• Ο παροπλισμό της αξιοκρατίας
• Η ατιμώρητη λεηλασία του Δημόσιου πλούτου
• Η στενή διαπλοκή της πολιτικής με την οικονομική ολιγαρχία
• Η εξασφάλιση της ατιμωρησίας των καταχραστών που διευκολύνει την κατάχρηση της εξουσίας με την ανοχή της κοινωνίας.

• Η ανάπτυξη μίας εξουθενωτικής, ισοπεδωτικής και αποτελεσματικότατης κομματικής προπαγάνδας, με κυρίαρχες πρακτικές :
- Την κατάργηση της ισηγορίας
- Τον αποπροσανατολισμό της σκέψης του πολίτη/κριτή από το κυρίως πρόβλημα
- Την απορρύθμιση της λογικής του πολίτη/κριτή/ψηφοφόρου
- με την παραποίηση της έννοιας των λέξεων
- με την κακοποίηση της «κοινής νοημοσύνης»
- με την ανηλεή επανάληψη του ψέματος που πρέπει να περάσει ως αλήθεια
- με την ανάδειξη μίας «δήθεν πραγματικότητας»
• Τη στέρηση προτύπων αλληλεγγύης και κοινωνικής προσφοράς, με την ταυτόχρονη παραγωγή προτύπων «κονόμας» και ήσσονος προσπάθειας (κομματογενής δημοσιοϋπαλληλισμός)
• Την επαγγελματοποίηση της πολιτικής
• Την ανυπαρξία Κοινωνικής Παιδείας κατά τη διαδικασία της «Εκπαίδευσης»
τα οποία, όλα μαζί, έχουν δημιουργήσει σαν αποτέλεσμα:
• Την απαξίωση του συνόλου της πολιτικής ηγεσίας (με ότι αυτό συνεπάγεται)
• Την απαξίωση της Δικαιοσύνης (με ότι αυτό συνεπάγεται)
• Την απώλεια της ουσίας της Παιδείας
• Την απώλεια της Ασφάλειας του πολίτη και των αγαθών του (αλλά και της αίσθησης της ύπαρξής της)
• Το βάθεμα και άπλωμα της διαφθοράς σε όλα τα επίπεδα των κοινωνικών σχέσεων
• Την αλλοτρίωση της προσωπικότητας της Ελληνικής κοινωνίας με την επιλογή του μοντέλου της «κατανάλωσης» ως μοχλό κινήτρων της.
• Την πλήρη απαισιοδοξία για το μέλλον της κοινωνικής προόδου
• Την (ουσιαστική) πτώχευση της Εθνικής Οικονομίας (με ότι αυτό συνεπάγεται)
Αλλά, ας δούμε λίγο πιο αναλυτικά, όλα αυτά.

Ι. Οι πρακτικές που χρησιμοποιεί η κομματοκρατία κατά την εφαρμογή της

Η λειτουργία του πολιτικού συστήματος, στην Ελλάδα, όπως έχει «εξελιχθεί» καθ’ όλη τη διάρκεια της «μεταπολίτευσης», διολισθαίνει συνεχώς και επικίνδυνα προς τον αντίποδα της Δημοκρατίας και έχει ήδη δημιουργήσει ένα πολιτικό εξάμβλωμα, την κομματοκρατία (όπως αυτή ορίζεται στον υπότιτλο του κεφαλαίου), το οποίο αποψιλώνει συνεχώς τη Δημοκρατία μας από τις θεμελιώδεις Αρχές που στηρίζουν τους Θεσμούς της, οι πιο βασικές των οποίων, είναι :
• η δικαιοσύνη, (που πρέπει να είναι τυφλή και άτεγκτη)
• η ισονομία, (που αξιώνει την ισότητα όλων των πολιτών απέναντι στο Νόμο)
• η αλληλεγγύη, (που προσφέρει τη χαρά της βοήθειας στον συνάνθρωπο)
• η ισηγορία, (που αξιώνει την ισότητα όλων των πολιτών – ή των αντιπροσώπων τους - στην αγόρευση των πεποιθήσεών τους)
• η ισοτιμία όλων των πολιτών (απέναντι στα κοινωνικά δικαιώματα της Παιδείας, της Υγείας, της Ασφάλειας, της Εργασίας)
• η δημιουργία και προσφορά ίσων ευκαιριών προόδου στον κάθε πολίτη,
• ο σεβασμός των ορίων της ελευθερίας του άλλου, (που υπαγορεύει και επιτάσσει ότι η ελευθερία μου φθάνει μέχρι τα όρια της δικής σου)
• η πειθαρχία στις κοινωνικές Αξίες και στην ιεράρχησή τους που συνθέτει τους κανόνες οι οποίοι απαιτούνται για τη ύπαρξη, τη συνέχιση και τη διαρκή βελτίωση της Δημοκρατίας

Αυτή η διολίσθηση της λειτουργίας της Δημοκρατίας προς την πρακτική της κομματοκρατίας, οφείλει τη γέννηση και την ανάπτυξή της, στην υπέρμετρη προσήλωση του συνόλου του πολιτικού προσωπικού, στην κυριαρχία του κόμματος, κατά την διελκυστίνδα της απόκτησης μεγαλύτερης αποδοχής του (που οδηγεί και στην κυβερνητική εξουσία).
Δημιουργήθηκε έτσι η στρεβλή ανάπτυξη μίας «κομματικής λογικής», η οποία τελικώς επικράτησε της «κοινής λογικής», στην αντιμετώπιση των προβλημάτων της κοινωνίας, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί και να επικρατήσει, ως «κρατούσα άποψη», το πολιτικό εξάμβλωμα της «κομματοκρατίας», η ύπαρξη και παρενέργειες του οποίου αποκαλύπτονται στο εγχειρίδιο αυτό.

Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι η κομματοκρατία, δεν έχει μολύνει μόνο τα «κόμματα εξουσίας». Έχει εισχωρήσει σαν «κρατούσα άποψη» και αποτελεί «τρέχουσα πρακτική» και στα άλλα κόμματα, το πολιτικό προσωπικό των οποίων έχει βολευτεί σ’ έναν πολυτελή επαγγελματισμό, που τους προσφέρει μία πλούσια διαβίωση και μία ζηλευτή θέση στο δημόσιο βήμα, με ότι αυτό συνεπάγεται σε απόκτηση και άσκηση εξουσίας.

Έτσι, όλο το παρόν πολιτικό κατεστημένο είναι μέσα στο κάδρο της κομματοκρατίας.
Αυτό, εξ άλλου, αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι κανένα από όλα τα κόμματα δεν έχει προβεί στην καταγγελία του φαινομένου της κομματοκρατίας, παρ’ όλο που, φαντάζομαι, δεν μπορεί να είμαι ο μόνος Έλληνας που το έχει εντοπίσει.
Επ’ αυτού, έχει ενδιαφέρον να ιδεί κάποιος τo πως, η κριτική του κάθε κόμματος για τα άλλα, αποδίδει παραπειστικά, σε διάφορες άλλες αιτίες, (λάθος ιδεολογία, ανικανότητα προσώπων, κλπ) τις αποτυχημένες έως καταστροφικές επιλογές όλων των άλλων κομμάτων, αποφεύγοντας επιμελώς να κατονομάσει την κομματοκρατία ως την κοινή επιλογή όλων τους, στην οποία οφείλεται, κατά κύριο λόγο, η καταστροφική πορεία της Ελληνικής κοινωνίας:
• Το ΠΑΣΟΚ, ευρισκόμενο στην αντιπολίτευση, πάντοτε ισχυρίζεται (με τη γνωστή πασοκική του φρασεολογία) πως η ΝΔ, εξ αιτίας της «δεξιάς» πολιτικής της, οδηγεί τη χώρα στο χειρότερο, ενώ όταν αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση της Χώρας, ασκεί την ίδια (κατά το μεγαλύτερο μέρος) πολιτική της ΝΔ, διατηρώντας μόνο τη φρασεολογία του.
• Η ΝΔ, ευρισκόμενη στην αντιπολίτευση, πάντοτε ισχυρίζεται πως το ΠΑΣΟΚ, εξ αιτίας της «σοσιαλιστικής» πολιτικής του, οδηγεί τη χώρα στο χειρότερο, ενώ όταν αναλαμβάνει την διακυβέρνηση της Χώρας,, ασκεί (κατά το μεγαλύτερο μέρος) την ίδια πολιτική του ΠΑΣΟΚ.

Εδώ πρέπει να πούμε ότι η κοινή κυβερνητική πρακτική, τόσο του ΠΑΣΟΚ όσο και της ΝΔ, αυτή που έχει οδηγήσει τη χώρα στην απαράδεκτη κατάσταση που ήδη έχει περιγραφεί, είναι ένα συνονθύλευμα δήθεν σοσιαλισμού και δήθεν φιλελευθερισμού, με κοινή συνισταμένη τον άφρονα δανειοδίαιτο καταναλωτισμό και με κοινό χαρακτηριστικό την άσκηση της πρακτικής της κομματοκρατίας στον υπερθετικό θαθμό.

• Το ΚΚΕ, αλλά και ο ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ, ευρισκόμενοι μονίμως στην αντιπολίτευση (και βλέποντας την πραγματικότητα της άσκησης της ίδιας (κατά το μεγαλύτερο μέρος) κυβερνητικής πολιτικής και από τα δύο «κόμματα εξουσίας», πάντοτε ισχυρίζονται (με τη γνωστή κομμουνιστική φρασεολογία του καθ’ ενός) πως ΠΑΣΟΚ και ΝΔ οδηγούν τη χώρα στο χειρότερο, εξ αιτίας της ίδιας «δεξιάς» κυβερνητικής πολιτικής τους.
• Ο Λ.Α.Ο.Σ, ασκεί μία πιο ορθολογική κριτική από την εντελώς κομματοκεντρική των άλλων. Παρ’ όλα αυτά, στηλιτεύει και αυτός τόσο την κυβερνητική πολιτική της ΝΔ όσο και του ΠΑΣΟΚ ως εξ ίσου αναποτελεσματικές και φθοροποιές, αποδίδοντας το κακό στην ανεπάρκεια των συγκεκριμένων προσώπων που διαχειρίζονται τα διάφορα χαρτοφυλάκια.
Βλέπουμε, λοιπόν, ότι κανένας τους δεν αναφέρεται στην κομματοκρατία, ως το κοινό χαρακτηριστικό πολιτικής νοοτροπίας και πρακτικής διότι, προφανώς, αντιλαμβάνονται ότι η αποκάλυψη της βαθύτερης αυτής αλήθειας, θα έθετε σε κίνδυνο την ίδια τους την ύπαρξη.

Με βάση αυτό το σκεπτικό, κανένα κόμμα, καθ’ όλη τη διάρκεια της «μεταπολίτευσης», δεν βγήκε ΕΓΚΑΙΡΩΣ να πεί την αλήθεια στην Ελληνική κοινωνία. Την αλήθεια που όλος ο κόσμος ψυχανεμίζεται, έστω και χωρίς να την έχει εντοπίσει ακριβώς, λέγοντας λακωνικά «όλοι τους ίδιοι είναι», εννοώντας ότι όλοι τους ενδιαφέρονται πρωτίστως «για το τομάρι τους».
Κι αυτό, δικαίως το λέει, διότι αφ’ ενός όλα τα κόμματα (τα εντός του Κοινοβουλίου) σιτίζονται πλουσιοπάροχα από τον δημόσιο κορβανά (και όχι μόνο) και αφ’ ετέρου κανένα κόμμα δεν βγήκε ΕΓΚΑΙΡΩΣ, όπως όφειλε, να κάνει πειστικό μάθημα στο λαό:
• τι θα πεί «Δημόσιο Χρέος» και ποιες είναι οι συνέπειές του,
• τι θα πεί «παράγω ανταγωνιστικά προϊόντα» και ποιες είναι οι συνέπειες αν δεν τα παράγω,
• τι θα πεί «έλλειμμα» και ποιες είναι οι συνέπειές του,
• τι θα πεί «Δημοκρατία» και ποια είναι οι διαφορά της από την «ασυδοσία»,
• τι θα πεί «έλλειψη προτύπων» και ποιες είναι οι συνέπειές της
και ένα σωρό άλλα που καθοδηγούν τον πολίτη στην πραγματική πρόοδο και δεν τον σέρνουν ως σύγχρονο ανδράποδο στις ορέξεις κάποιων, στους οποίους συμφέρει η συντήρηση της θολούρας, της σύγχυσης και της παραχάραξης των ιδεών, αλλά και των υποχρεώσεων που οι κοινωνίες υπογράφουν δια χειρός των (εκλεγμένων από τις ίδιες) ηγετών τους.
Όλοι τους έχουν αποδεχθεί τη νοοτροπία και πρακτική της κομματοκρατίας, αφού τους εξασφαλίζει την κομματική τους καλοζωία και μακροημέρευση (που, πλέον, έχει τεθεί σε αμφισβήτηση) πληρωμένη απο τον ταλαίπωρο Έλληνα πολίτη.
Τα πιο φανερά σημάδια, αποδείξεις και ίχνη αυτής της διολίσθησης της Δημοκρατίας μας προς μία αντιδημοκρατική και απεχθή «κομματοκρατία», που είναι ταυτοχρόνως και πρακτικές της, αποτελούν:

• Η οφθαλμοφανής διαπλοκή τής (έτσι διαμορφούμενης) πολιτικής εξουσίας με μία ομογάλακτη οικονομική ολιγαρχία που είναι ο ένας εκ των δύο πυλώνων που στηρίζουν τοκόμμμα. Ο άλλος, είναι ο κομματοτρεφόμενος και ψηφοδότης συνδικαλισμός ο οποίος (με κύριο κηδεμόνα του την Αριστερά ιδεολογία), αλλοτριώθηκε από τον αρχικό του προορισμό και κατάληξε σε συμπλήρωμα της πρακτικής της κομματοκρατίας, με αποτέλεσμα, τα πράγματα για τους εργαζόμενους να πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο).

Η οικονομική ολιγαρχία είναι ο πυλώνας που κατέχει (κατ’ αποκλειστικότητα) και διαθέτει στο κόμμα δύο απαραίτητα συστατικά της διαρκώς επιδιωκόμενης επικράτησής του:
- Το απαιτούμενο χρήμα, μαζί με την τεχνογνωσία της διακίνησής του
- Την τεχνογνωσία της προπαγάνδας και τα μέσα (ΜΜΕ) της διάχυσής της στο λαό.

Σε αυτή την ολιγαρχία, διοχετεύεται η μερίδα του λέοντος των Δημόσιων έργων, των Κρατικών προμηθειών (στρατιωτικών και πολιτικών) και των κάθε είδους Υπηρεσιών. Το χρήμα που θα διατεθεί στο κόμμα, δεν αποτελεί δαπάνη, για την κομματοτρεφόμενη οικονομική ολιγαρχία. Είναι επένδυση, διότι, το κόμμα, αναλαμβάνοντας την διαχείριση της Εθνικής Οικονομίας, ως κυβέρνηση πλέον, «λογικό» (με το πνεύμα της κομματοκρατίας) είναι να εξασφαλίσει για τον χρηματοδότη του εργολαβίες των Δημοσίων έργων, κρατικές προμήθειες, διάφορες Υπηρεσίες, ώστε το χρήμα που επενδύθηκε να επιστρέψει (μαζί με το αναμενόμενο κέρδος) στον χρηματοδότη του, ώστε στην επόμενη ανάγκη του κόμματος να υπάρχει πάλι η «διευκόλυνση» του κόμματος. (Η «υπόθεση Siemens» αποτελεί σεμινάριο για μαθητευόμενους ηγήτορες της κομματοκρατίας).

• Η ευκολία κατάχρησης (άνευ τιμωρίας) της δημόσιας περιουσίας και του δημόσιου χρήματος, ήρθε στην κοινή θέα από την αδυναμία κάλυψης οικονομικών σκανδάλων τεράστιας έκτασης και αποκάλυψε τους μηχανισμούς της «μαύρης» διακίνησης του Εθνικού πλούτου κατά το κομματικό δοκούν, αλλά και τη διάβρωση των ηθικών αντιστάσεων του πολιτικού προσωπικού, που έχει επιφέρει η νοοτροπία και πρακτική της κομματοκρατίας.
Αξίζει να σημειωθεί, σαν παρένθεση, ότι η παταγώδης πτώση του κόμματος της ΝΔ κατά τις εκλογές του Οκτωβρίου του 2009, οφείλεται, κατά το μεγαλύτερο μέρος της, στη θέση συνηγόρου υπεράσπισης που πήρε ο (τότε) Πρωθυπουργός ( Κώστας Καραμανλής) υπέρ φερομένων ως πρωταγωνιστών, τέτοιων σκανδάλων (Γιώργος Βουλγαράκης, Θοδωρής Ρουσόπουλος, κ.α).
Πρόσφατα αποκαλύφθηκαν οι κορυφές του παγόβουνου, όπως η «άνθιση» του Χρηματιστηρίου, (που ρούφηξε τις οικονομίες πολλών χιλιάδων οικογενειών), η «ασφαλής επένδυση» των δομημένων ομολόγων των Ταμείων, (που απομύζησε τα αποθεματικά των Ταμείων Πρόνοιας των εργαζομένων) η «επ’ ωφελεία» ανταλλαγή ακινήτων του Δημοσίου με υποπολλαπλάσιας αξίας ακίνητα της Μονής Βατοπεδίου, η «ανάθεση» ογκωδέστατων προμηθειών στη Siemens, ακόμη και για ανύπαρκτα προϊόντα (!!!), κλπ, κλπ).

Η «ιστορική ρήση» του Ανδρέα (Παπανδρέου) που κάποτε, είπε συγκαταβατικά: «είπαμε εντάξει για ένα δωράκι, όχι και 300 εκατομμύρια» (δραχμές ήταν τότε και ο μέσος μηνιαίος μισθός ενός υπαλλήλου ήταν 150.000 δρχ.) για ένα στέλεχος της κυβέρνησής του που αποκαλύφθηκε ότι «έπιασε» το εν λόγω ποσό, λειτούργησε σαν το σήμα του τροχονόμου που «ανοίγει» μία κατεύθυνση της κυκλοφορίας, προς την οποία, έκτοτε, χύνονται «με χίλια» οι αδημονούντες συνωστισμένοι οδηγοί, κάθε χρωματικής προτίμησης, για να «πιάσουν» το δωράκι.

• Η λεηλασία του δημόσιου πλούτου για την δημιουργία ισχυρής κομματικής βάσης μόνιμων οπαδών/ψηφοφόρων, αποτελεί το κατ’ εξοχήν πεδίο άσκησης της πρακτικής της κομματοκρατίας.
Εδώ, σε αυτό το πεδίο, φάνηκε όλο το «μεγαλείο» της κομματοκρατίας, αφού, προκειμένου το κόμμα (όλα τα κόμματα του πολιτικού σκηνικού) να αποκτήσει και να διατηρεί δύναμη, στη διακομματική εσωτερική διαπάλη, ξοδεύτηκε και σπαταλήθηκε εγκληματικά, όλος ο πλούτος και η οικονομική δύναμη της Ελληνικής κοινωνίας. Όχι μόνον η υπάρχουσα, αλλά και πολύ από τη μελλοντική, των παιδιών μας…
Σε αυτό το πεδίο , κυρίως, απωλέσαμε ήδη, ως Ελληνική κοινωνία, ένα πολύ σημαντικό μέρος της «Εθνικής» κυριαρχίας μας, παραδίδοντας τη διαχείριση ενός ζωτικού χώρου της ύπαρξής μας, αυτού της Οικονομίας μας, σε τρίτους, με ότι αυτό σημαίνει και συνεπάγεται. (Εκτενέστερη ανάλυση γίνεται στο κεφάλαιο «Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΚΟΜΜΑΤΟΚΡΑΤΙΑΣ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ»)

• Το θέριεμα της οικογενειοκρατίας . Η πρακτική της άσκησης πολιτικής υπό το πνεύμα της κομματοκρατίας, κατά τα χρόνια της «μεταπολίτευσης», έχει δημιουργήσει δύο ομογάλακτα πολιτικά εξαμβλώματα ιδιαιτέρως σοβαρά στη δημοκρατική διακυβέρνηση της Ελληνικής κοινωνίας.

Την απώλεια της κυριαρχίας μας επί ενός ζωτικού Εθνικού χώρου, αυτού της Οικονομίας μας.
(Το θέμα αναπτύσσεταΙ στη σελίδα  ΚΟΜΜΑΤΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ,).
(επιλογή σελίδων, επάνω αριστερά)

Απαξίωση της Δικαιοσύνης
Η λογική της κομματοκρατίας, και η πρακτική που εκπορεύεται από αυτή τη λογική, έχει επανειλημμένως αποδείξει πως προτιμά να τρωθεί θανάσιμα το περί δικαίου αίσθημα και να ραγίσει η συνοχή της κοινωνίας, (γεγονός που ήδη έχει συντελεσθεί σε μεγάλο βαθμό) παρά το κόμμα να διακινδυνεύσει την απώλεια κάποιων ψηφοφόρων/οπαδών του. Έτσι, όλοι οι πολίτες είμαστε μάρτυρες της χρησιμοποίησης της Δικαιοσύνης για την κάλυψη των παρανομιών του κόμματος και του προσωπικού του, όπως αποδεικνύεται από τις καταγγελίες του κόμματος που εκάστοτε βρίσκεται στην αντιπολίτευση (έχοντας χάσει από τα χέρια του τα νήματα της μαριονέτας/εξουσίας) και κατηγορεί (γνωρίζοντας εξ ιδίων τους μηχανισμούς παρέμβασης και ποδηγέτησης) το κόμμα που, εκάστοτε, ασκεί την κυβέρνηση. Αυτοί, ξέρουν καλύτερα από τον καθ’ ένα μας. Πιστέψτε τους. Όλους, όμως. Όχι μόνο τους πράσινους, ή τους κόκκινους, ή τους γαλάζιους.
Η εκτεταμένη καταστρατήγηση της νομιμότητας και της ισονομίας, μαζί με τη δαιδαλώδη πολυνομία και την, έξω από κάθε όριο, βραδυπορία της δικαστικής διαδικασίας, που πολλές φορές ακυρώνει την ίδια την ύπαρξη Δικαιοσύνης (με την έλευση του χρόνου παραγραφής των παρανομιών που περιμένουν να δικαστούν), οδηγούν τη σκέψη του κάθε πολίτη στη συμπερασματική γενίκευση «δεν υπάρχει Δικαιοσύνη». Στην ατμόσφαιρα πλανάται μία άτυπη συμφωνία μεταξύ λαού και ηγεσίας του, που λέει: «σε ανέχομαι και θα με ανεχθείς». Αυτή η συμφωνία ένοχης ανοχής, έχει οδηγήσει και στην ανοχή της εξασφάλισης της ατιμωρησίας των ενόχων αυτών των πρακτικών, την οποία ανοχή, οι ένοχοι αυτοί, την έχουν εξελίξει σε πλήρη ατιμωρησία, «ρίχνοντας λάδι στη φωτιά» της απαξίωσης, με την πλήρη ατιμωρησία του πολιτικού προσωπικού για λαθροχειρίες, κατάχρηση θέσεως, σκάνδαλα μικρά, μεγάλα ή τεράστια στα οποία υπάρχουν (αποχρώσες ή μη) ενδείξεις ανάμιξής του καθ’ όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης. Μία ατιμωρησία θωρακισμένη από το ίδιο αυτό πολιτικό προσωπικό με ισχυρούς Νόμους απροσπέλαστων αποδεικτικών απαιτήσεων και συντομότατης παραγραφής των οικονομικών εγκλημάτων του, όταν και αν αυτά υπάρξουν, ερχόμενα στην επιφάνεια.... Αυτή η απαξίωση του θεσμού της Δικαιοσύνης, ακρογωνιαίου λίθου της Δημοκρατίας, είναι ολέθρια για την εύρυθμη λειτουργία και συνοχή της κοινωνίας. Έφερε και την, αναλόγου μεγέθους, απαξίωση του συνόλου της πολιτικής ηγεσίας και δημιούργησε και ένα άλλο, μεγάλο, πρόβλημα. Αυτό της ανυπακοής. Ανυπακοή προς την πολιτική ηγεσία και ότι εκπορεύεται από αυτήν, όπως οι Νόμοι και οι διατάξεις. Νόμοι και διατάξεις, που δεν θα έπρεπε να νομοθετούνται για να προστατεύσουν αυτούς που τους φτιάχνουν. Θα έπρεπε, πρωτίστως, να τηρούν την αρχή της ισονομίας και να προστατεύουν (με την τήρηση της νομιμοφροσύνης) τη Δημοκρατική διαβίωση των πολιτών, μέσα στην κοινωνία. Η κομματοκρατία, για ευνόητους λόγους, είναι αυτή που δεν το επιτρέπει, διότι:
• Θα κινδυνέψουν «να μπουν μέσα» οι κομματοτρεφόμενοι επαγγελματίες της (πολιτικό προσωπικό της) και οι συνεργάτες τους.
• Τα κόμματα που θα συνηγορήσουν να ληφθούν μέτρα εις βάρος των «θιγομένων πολιτών», κινδυνεύουν να έχουν σοβαρό «πολιτικό κόστος» (όπως αποκαλείται η απώλεια ψηφοφόρων τους), δεδομένου ότι οι θιγόμενοι από την τήρηση του Νόμου (!) πολίτες, έχουν γίνει εκατοντάδες χιλιάδες, μπαίνοντας στη φάκα της κοινής ενοχοποίησης αρχόντων και αρχομένων, υπό το πνεύμα της «ένοχης ανοχής» που προαναφέραμε.


Την απώλεια της ασφάλειας (και της αίσθησής της) για τη ζωή και τα αγαθά του πολίτη, γεγονός που οφείλεται
• στην κομματικοποίηση της λειτουργίας των Σωμάτων Ασφαλείας. Η πρακτική της κομματικοποίησης (βασικό χαρακτηριστικό της κομματοκρατίας) της Αστυνομίας, ευθύνεται ολοκληρωτικά για τον εξευτελισμό της, όταν έχει φθάσει στο σημείο να της κλέβουν αυτοκίνητα, μέσα από το αρχηγείο της και να της επιτίθενται (παραμένοντας ασύληπτοι) μέσα στο ίδιο της το σπίτι (τα Αστυνομικά Τμήματα). Η πρακτική της αλλαγής της ηγεσίας, με κομματικά κριτήρια, κάθε φορά που αλλάζει το κόμμα που κυβερνά, γιατί θέλει τον μηχανισμό των πληροφοριών στη διάθεσή του, έχει σμπαραλιάσει την αποτελεσματικότητα της Αστυνομίας.

• στον φόβο απώλειας ψηφοφόρων από το κόμμα, όταν και αν η Αστυνομία γίνει αποτελεσματικότερη. (Διότι, για να γίνει αποτελεσματικότερη, πρέπει να γίνει σκληρότερη). Το κόμμα, όμως, δεν πρέπει να διακινδυνεύσει τη «ρετσινιά» του σκληρού που τα πορτοπαράθυρα θα του αποδώσουνε τον τίτλο του βάρβαρου και βάναυσου, διότι ενδέχεται να έχει «πολιτικό κόστος», δηλαδή να χάσει ψηφοφόρους στις επόμενες εκλογές. Ο πολίτης ας μείνει ανυπεράσπιστος. Ο κομματικός λογαριασμός λέει ότι οι πολίτες που θα πέσουν θύματα κακοποίησης ( και εξ αιτίας αυτού δεν θα ψηφίσουν το κυβερνόν κόμμα στις επόμενες εκλογές), είναι πολύ λιγότεροι από τους πολίτες που η σκλήρυνση της Αστυνομίας θα τους κάνει να μην ψηφίσουν το κόμμα. Άρα: - «Άσε τους κακοποιούς να κάνουνε τη δουλειά τους». «Θα χάσουμε κάποιους, αλλά αλλιώς, θα χάσουμε περισσότερους….» Οι κακοποιοί έχουνε αντιληφθεί αυτή την πρακτική και κάνουν πάρτυ καθημερινά στα σπίτια και στα μαγαζιά των πολιτών, για τους οποίους δεν υπάρχει σωτηρία πριν γίνουν περισσότεροι από τους αυτούς που δεν θα έχουν δεχθεί επίθεση κακοποιών ….


Συνέχεια στην επόμενη σελίδα (επάνω αριστερά)